του Βασίλη Α. Υψηλάντη,

Κοσμήτορα της Βουλής, Πρoέδρου της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής, Βουλευτή Δωδεκανήσου

Ο τουρισμός αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, συνεισφέροντας πάνω από 20% στο ΑΕΠ και υποστηρίζοντας εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Το 2024 σημειώθηκε ρεκόρ με περίπου 36 εκατομμύρια τουρίστες, καθιστώντας την Ελλάδα έναν από τους κορυφαίους παγκόσμιους προορισμούς.

Ωστόσο, η αύξηση αυτή φέρνει προκλήσεις που απαιτούν ολοκληρωμένες πολιτικές βιώσιμου τουρισμού και σύγχρονες υποδομές που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες.

Οι υπάρχουσες υποδομές, όπως δρόμοι, λιμάνια, δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης, είναι συχνά γερασμένες και υπερφορτωμένες, ιδιαίτερα σε νησιωτικές περιοχές, επηρεάζοντας έτσι αρνητικά την εμπειρία των επισκεπτών και την ποιότητα ζωής των κατοίκων. Η ανεξέλεγκτη διαχείριση απορριμμάτων και η περιορισμένη ανακύκλωση επιβαρύνουν το περιβάλλον, ενώ η προστασία των παραλιών παραμένει ανεπαρκής, απειλώντας το φυσικό κεφάλαιο.

Η έλλειψη διαφανούς και συστηματικής στρατηγικής σε επίπεδο πόλης και περιφέρειας οδηγεί σε περιβαλλοντική και κοινωνική πίεση, υπονομεύοντας τη μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα του τουριστικού κλάδου.

Η αναβάθμιση και επέκταση των αεροδρομίων και λιμανιών, με έμφαση στην προσβασιμότητα και ασφάλεια, είναι απαραίτητη για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της χώρας. Η δημιουργία σύγχρονων μονάδων διαχείρισης απορριμμάτων και ανακύκλωσης, ειδικά σε νησιωτικές και τουριστικές περιοχές, συμβάλλει στην περιβαλλοντική προστασία. Επιπλέον, η επένδυση σε υποδομές για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων και η αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αποτελούν κρίσιμους άξονες για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Η ενίσχυση των δημόσιων συγκοινωνιών με νέα δρομολόγια και ηλεκτρικά οχήματα θα μειώσει την κυκλοφοριακή συμφόρηση και τις εκπομπές ρύπων.

Η συνεργασία τοπικών φορέων, επιχειρήσεων και κρατικών υπηρεσιών είναι ζωτικής σημασίας. Η παροχή κινήτρων για επενδύσεις σε πράσινες τεχνολογίες, η εκπαίδευση επαγγελματιών του τουρισμού σε βιώσιμες πρακτικές και η αξιοποίηση ευρωπαϊκών κονδυλίων, όπως αυτά του Ταμείου Ανάκαμψης, επιταχύνουν την υλοποίηση των έργων.

Βάσει των ανωτέρω, θεωρούμε πολύ σημαντικά :

• Τον σχεδιασμό με βάση τη φέρουσα ικανότητα: Ανάπτυξη υποδομών που λαμβάνουν υπόψη τα περιβαλλοντικά και κοινωνικά όρια των

προορισμών, αποφεύγοντας την υπερφόρτωση και τη φθορά του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.

• Βιώσιμες μεταφορές: Επένδυση σε δίκτυα δημόσιας συγκοινωνίας, υποδομές ηλεκτροκίνησης και ποδηλατοδρόμους, μειώνοντας την κυκλοφοριακή συμφόρηση και τις εκπομπές ρύπων.

• Διαχείριση φυσικών πόρων: Υλοποίηση έργων για τη βελτίωση της διαχείρισης νερού, αποβλήτων και ενέργειας, με έμφαση στην κυκλική οικονομία και τις ανανεώσιμες πηγές.

• Ψηφιακές καινοτομίες: Εφαρμογή έξυπνων συστημάτων για την παρακολούθηση και βελτιστοποίηση της λειτουργίας υποδομών, όπως έξυπνα δίκτυα ενέργειας και ψηφιακές πλατφόρμες πληροφόρησης για τους επισκέπτες.

• Ευελιξία και ανθεκτικότητα: Κατασκευή υποδομών που προσαρμόζονται στις κλιματικές αλλαγές και σε απρόβλεπτες καταστάσεις, εξασφαλίζοντας τη μακροχρόνια λειτουργικότητα και ασφάλεια.

Η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη στην Ελλάδα απαιτεί ολιστική προσέγγιση που συνδυάζει:

• Τις σύγχρονες και φιλικές προς το περιβάλλον υποδομές,

• Την καινοτομία και ψηφιακό μετασχηματισμό,

• Τη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.

Συνολικά, η βιωσιμότητα θα καθοδηγήσει τη μετάβαση σε υποδομές που είναι περιβαλλοντικά φιλικές, κοινωνικά αποδεκτές και οικονομικά βιώσιμες, εξασφαλίζοντας ένα ανθεκτικό και ανταγωνιστικό τουριστικό μέλλον για την Ελλάδα.

Έτσι η Ελλάδα θα διατηρήσει τη θέση της ως κορυφαίος τουριστικός προορισμός, θα μπορεί να δημιουργεί, σε στέρεες βάσεις, νέους προορισμούς στην ενδοχώρα και σε κάθε περίπτωση, θα προστατεύσει παράλληλα τη φυσική και πολιτιστική της κληρονομιά και για τις επερχόμενες γενιές.