Λύση στην κατεύθυνση να παραμείνει ανταγωνιστικό το τουριστικό προϊόν της χώρας, αναζητά η πολιτεία. Στην προσπάθεια ενίσχυσης των εσόδων των δήμων με την αύξηση του τέλους παρεπιδημούντων, από το 0,50 στο 0,75 το Μαξίμου μελετά τη μείωση του τέλους ανθεκτικότητας, ώστε να μην επιβαρυνθούν έτι περαιτέρω τα ελληνικά ξενοδοχεία.

Έντονη δυσαρέσκεια εξέφρασε και ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος κ. Αλέξανδρος Βασιλικός, ο οποίος σε δηλώσεις του τόνισε ότι το μέτρο οφείλει να είναι ανταποδοτικό.

Στο πλαίσιο αυτό διευκρίνισε: “Πρώτον, ουδέποτε έχω δει την ανταποδοτικότητα να επιχειρηματολογείται από αυτόν που την εισπράττει.

Δεύτερον, η συνεισφορά του ξενοδοχείου είναι σε ένα υπερ-ρυθμισμένο τοπίο και περιβάλλον που ξέρουμε να μετρήσουμε τι φέρνει σε θέσεις εργασίες, πολλαπλασιαστικά οφέλη κ.λπ.

Είναι σημαντικό να μιλάμε για όλο το πλαίσιο του ξενοδοχείου, διότι εάν αυτό δεν αποδίδει καλά, θα ακολουθήσουν και άλλου κλάδοι λόγω των πολλαπλασιαστών.

Και τρίτον οτιδήποτε επιβαρύνει την τοπική κοινωνία δεν έχει προέλθει από το ξενοδοχείο. Είναι σημαντικό να μην κατευθύνουμε τις φορολογικές παρεμβάσεις αυθαίρετα, να λάβουμε υπόψη ότι βγαίνουμε από μία περίοδο κόβιντ και κανείς δεν εγγυάται ότι θα συνεχιστεί η δυναμική των κρατήσεων και της ζήτησης.

Έχουμε τον υψηλότερο συντελεστή ΦΠΑ, καταβάλλουμε τέλος ανθεκτικότητας που δεν χρεώνεται σε καμία άλλη χώρα. Να αρχίσουμε να βλέπουμε πού βρισκόμαστε ανταγωνιστικά.

Η οποιαδήποτε επιβάρυνση θα έχει επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα του τουριστικού προϊόντος. Όλα ξεκινούν από το ξενοδοχείο. Υπάρχουν και άλλα καταλύματα. Τη δημιουργία ζήτησης την κάνει ο ξενοδόχος. Δεν είμαστε σε καλό επίπεδο σε επίπεδο φορολογικής ανταγωνιστικότητας.”

Σημειώνεται ότι το αυξημένο τέλος παρεπιδημούντων αφορά σε μεγάλο πλήθος επιχειρήσεων, μεταξύ των οποίων στα καταλύματα κάθε μορφής, σε καταστήματα από πολλούς κλάδους δραστηριότητας και στις ιαματικές πηγές, ενώ δίνεται δυνατότητα επιλογής του ποσοστού από τον κάθε δήμο.

Η αιτιολογία

 

Με την προτεινόμενη ρύθμιση εκσυγχρονίζεται το πλαίσιο επιβολής του τέλους παρεπιδημούντων, το οποίο ισχύει σχεδόν πενήντα (50) έτη, κατά τη διάρκεια των οποίων έχουν αυξηθεί κατακόρυφα η διακίνηση επισκεπτών, ο αριθμός των τουριστικών επιχειρήσεων και, συνεπώς, έχουν μεταβληθεί ουσιωδώς η εξυπηρετούμενη ανάγκη, η έκτασή της, η επιβάρυνση των υποδομών των δήμων και η ένταση των απαιτήσεων απόκρισης των υπηρεσιών των δήμων στις καθημερινές ανάγκες εύρυθμης λειτουργίας των πόλεων.

Επιπλέον δίνεται δυνατότητα επιλογής του ποσοστού από τον κάθε δήμο στο 0,5% ή 0,75%, ώστε να ενισχυθούν τα έσοδα του κάθε δήμου ανάλογα με τις υποδομές που διαθέτει και τις τοπικές ιδιαιτερότητες. Επιπλέον, εκσυγχρονίζεται το τέλος επί της χρήσης φυσικών ιαματικών πηγών, η εφαρμογή του οποίου είχε ατονήσει.