Από το τουριστικό real estate και συγκεκριμένα από την αγορά εξοχικών κατοικιών και των ξενοδοχείων εκτιμάται πως θα ξεκινήσει η «αναγέννηση» της ελληνικής κτηματαγοράς όταν αρχίσει να ανακάμπτει η εθνική οικονομία.
Ήδη, αρκετοί παράγοντες της αγοράς ακινήτων υποστηρίζουν ότι λόγω των γενναίων μειώσεων στις τιμές, αρκετοί ξένοι έχουν ξαναβάλει στο «κάδρο» την Ελλάδα, αναζητώντας ευκαιρίες στον κλάδο της δεύτερης κατοικίας σε γνωστούς τουριστικούς προορισμούς. Επιπλέον, είναι χαρακτηριστικό πως οι επενδυτικές κινήσεις σε ξενοδοχειακές μονάδες, αλλά και στη δεύτερη κατοικία, είναι οι μόνες, που μπορεί να υπάρξουν μακροπρόθεσμα, σύμφωνα με την έρευνα της PriceWaterHouseCoopers και του Urban Land Institute με τίτλο «Emerging Trends in Real Estate Europe 2012», δηλαδή, οι τάσεις για την αγορά ακινήτων στην Ευρώπη το 2012.
Όσον αφορά στην προέλευση των ενδιαφερόμενων αγοραστών, εκπρόσωποι μεγάλων κτηματομεσιτικών γραφείων, που στην πλειονότητά τους συνεργάζονται με εταιρείες συμβούλων ακινήτων του εξωτερικού, ξεχωρίζουν τους ευκατάστατους Νορβηγούς, Ολλανδούς και Γερμανούς. Το «μπουκέτο» των ενδιαφερομένων συμπληρώνεται από τα νέα «τζάκια» της Ρωσίας και της Μέσης Ανατολής (Αιγύπτιοι, Τούρκοι, Ισραηλίτες), καθώς και έναν πολύ μικρό αριθμό Κινέζων. Να σημειωθεί επίσης πως ιδιαίτερη μνεία από τους επαγγελματίες της κτηματαγοράς γίνεται και για τους πλούσιους ομογενείς από Αμερική και Αυστραλία, οι οποίοι φαίνεται δειλά-δειλά να επανακάμπτουν.
Ο λόγος για τη μικρή αυτή ενίσχυση του κλάδου των εξοχικών δεν είναι άλλος από τις σημαντικές εκπτώσεις που είναι πλέον διατεθειμένοι να κάνουν οι ιδιοκτήτες πολυτελών ακινήτων. Ενώ στην ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και η προσδοκία πως η συνεχιζόμενη ύφεση της ελληνικής οικονομίας, τουλάχιστον μέχρι το 2014, θα «συνδράμει» στην περαιτέρω υποχώρηση των τιμών.
«Υπάρχουν βίλες που πωλούνταν 6 εκατ. ευρώ και σήμερα έχουν βγει στην αγορά στα 4,5 εκατ. ευρώ», τονίζει χαρακτηριστικά μεγαλομεσίτης των Αθηνών, που δραστηριοποιείται εδώ και χρόνια στην αγορά της Μυκόνου.
Ευκαιρίες
Υπάρχουν όμως οι τόσο μεγάλες ευκαιρίες που θα δελεάσουν τους υποψήφιους αγοραστές;
Εδώ οι απόψεις διίστανται. «Αναμφίβολα έχει αυξηθεί ο αριθμός των ιδιοκτητών που πουλάνε από ανάγκη, αλλά και εκείνων που είναι πιο δεκτικοί στο παζάρι σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν», λένε επαγγελματίες από το χώρο των ακινήτων. «Δεν έχει έρθει όμως και η καταστροφή του κόσμου», συμπληρώνουν. Για παράδειγμα στη Μύκονο η ζήτηση έχει υποχωρήσει έως 60%, ενώ έχει αυξηθεί έως 15% ο αριθμός των πολυτελών εξοχικών κατοικιών που έχουν βάλει πωλητήριο λόγω των επαχθών φορολογικών μέτρων που έχει επιβάλλει η κυβέρνηση. Όσον αφορά στις τιμές των κατοικιών και των οικοπέδων ονομαστικά υποχωρούν από 15% έως 20%.
Ανάλογη είναι η πτώση στη Ρόδο και την Κω. Στην Κρήτη από την άλλη, μόνο οι περιαστικές μονοκατοικίες που δεν είναι κοντά στη θάλασσα, εμφανίζουν πτώση που αγγίζει το 20%, όπως και στη Σαντορίνη. Στα Ιόνια Νησιά, αν και η εικόνα ποικίλει ανάλογα με το νησί και την τοποθεσία, η κάμψη των αρχικώς ζητούμενων τιμών δεν ξεπερνά το 15%, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των εταιρειών συμβούλων και εκτιμητών ακίνητων. Ενώ στην Πάρο μόνο όσοι κατασκευαστές έχουν σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας «ρίχνουν» τις ζητούμενες τιμές σχεδόν στο κόστος.
Όπως και να ‘χει όμως, όσες αγοραπωλησίες έχουν γίνει έως σήμερα από ξένους φημολογείται ότι αφορούν εξοχικά με τιμές έως 30% φθηνότερα από τις τιμές που ίσχυαν 3 χρόνια πριν.
Επίσης οι ειδικοί αναφέρουν ότι ευκαιρίες θα προκύψουν και εν όψει της ενεργοποίησης του θεσμού της τουριστικής κατοικίας, καθώς και του νέου ειδικού χωροταξικού πλαισίου για τον τουρισμό. Διότι εκτιμάται πως οι εξοχικές κατοικίες που ανεγέρθηκαν τα προηγούμενα χρόνια αλλά μέχρι σήμερα δεν κατάφεραν να πουληθούν εξαιτίας της κρίσης, αναγκαστικά θα φθηνύνουν περαιτέρω, προκειμένου να μην εγκλωβιστούν από τον ανταγωνισμό που θα δημιουργηθεί.
Να σημειωθεί ωστόσο, πως πέρα από τις συνέπειες της οικονομικής ύφεσης που έχουν επηρεάσει και τους υποψήφιους αγοραστές από την αλλοδαπή, χρόνια προβλήματα, όπως η έλλειψη αξιόπιστων υπηρεσιών πληροφόρησης για την εγχώρια αγορά, οι φτωχές υποδομές, η ανυπαρξία ενός ενιαίου χωροταξικού σχεδίου που να επιτρέπει γρήγορες διαδικασίες αδειοδότησης και φυσικά το τέρας της γραφειοκρατίας, συνεχίζουν να απομακρύνουν την υπολογίσιμη αυτή δύναμη από τη χώρα μας. Γεγονός που σημαίνει ότι για να επιτευχθεί η πολυπόθητη ανάκαμψη της εθνικής μας οικονομίας, τέτοιου είδους αναχρονιστικές αγκυλώσεις πρέπει να εκλείψουν.
Ξανθή Γούναρη