
της Σοφίας Γκιαούρη
Σημαντικά αυξημένα ήταν τα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά του εσωτερικού τουρισμού στην Ελλάδα το 2024, όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ).
Σύμφωνα με την ετήσια Έρευνα Ποιοτικών Χαρακτηριστικών Ημεδαπών Τουριστών, οι Έλληνες πραγματοποίησαν περισσότερα ταξίδια, με μεγαλύτερη διάρκεια και αυξημένες δαπάνες, στηρίζοντας ουσιαστικά την εγχώρια τουριστική δραστηριότητα.
Το 2024 καταγράφηκαν 5,1 εκατομμύρια άτομα κάθε ηλικίας που ταξίδεψαν τουλάχιστον μία φορά εντός του έτους, πραγματοποιώντας συνολικά 8,6 εκατομμύρια ταξίδια. Πρόκειται για αύξηση της τάξης του 4% τόσο στον αριθμό των ταξιδιωτών όσο και των ταξιδιών σε σχέση με το 2023. Οι συνολικές διανυκτερεύσεις έφτασαν τα 81,3 εκατομμύρια (+4,6%) και οι συνολικές ταξιδιωτικές δαπάνες διαμορφώθηκαν σε 3,7 δισεκατομμύρια ευρώ, σημειώνοντας ετήσια άνοδο 7,5%.
Εστιάζοντας στον πληθυσμό ηλικίας 15 ετών και άνω, προκύπτει ότι 4,2 εκατομμύρια άτομα ταξίδεψαν εντός του 2024, πραγματοποιώντας 7,2 εκατομμύρια ταξίδια. Οι διανυκτερεύσεις αυτής της ομάδας ανήλθαν σε 69,2 εκατομμύρια και οι σχετικές δαπάνες έφτασαν τα 3,43 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι μεταβολές είναι θετικές σε όλους τους δείκτες: +3,6% στους ταξιδιώτες, +4,5% στα ταξίδια, +5% στις διανυκτερεύσεις και +7,8% στις δαπάνες.
Το 96,4% των ταξιδιών αυτών πραγματοποιήθηκε για προσωπικούς λόγους, με την κατηγορία «ανάπαυση, αναψυχή και διακοπές» να συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη αύξηση (+7,4% στα άτομα, +10,2% στα ταξίδια και +11,6% στις δαπάνες). Αντίθετα, τα ταξίδια για επίσκεψη σε συγγενείς και φίλους ή για άλλους προσωπικούς λόγους κατέγραψαν ελαφρές μειώσεις. Ο επαγγελματικός τουρισμός παρέμεινε περιορισμένος, αντιπροσωπεύοντας μόλις το 3,6% των συνολικών ταξιδιών, παρότι παρουσίασε αύξηση δαπανών κατά 14,2%.
Αναλύοντας τα χαρακτηριστικά των ταξιδιωτών, προκύπτει ότι η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρήθηκε στην ηλικιακή ομάδα 45–64 ετών, με αύξηση 6,5% στους ταξιδιώτες και 4,6% στις δαπάνες. Σημαντική αύξηση 10,2% σημειώθηκε και στην ηλικιακή ομάδα 15–24 ετών. Οι γυναίκες παρέμειναν ελαφρώς περισσότερες από τους άνδρες στους ταξιδιώτες, ωστόσο οι άνδρες κατέγραψαν μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση μεταξύ 2023 και 2024.
Η διάρκεια των ταξιδιών μετατοπίζεται ελαφρώς προς τις «μεσαίες» διακοπές, με τα ταξίδια 4 έως 7 διανυκτερεύσεων να αυξάνονται κατά 9%, ενώ εκείνα άνω των 15 διανυκτερεύσεων αυξήθηκαν κατά 12%. Αντιθέτως, οι διακοπές διάρκειας 8 έως 14 διανυκτερεύσεων μειώθηκαν κατά 11%.
Αξιοσημείωτη αύξηση κατά 17% καταγράφηκε στις αεροπορικές μετακινήσεις, ενώ τα θαλάσσια μέσα σημείωσαν αύξηση 10,2%. Τα χερσαία μέσα εξακολουθούν να κυριαρχούν, καλύπτοντας το 67% των ταξιδιών, με οριακή αύξηση 0,5%.
Ως προς τα καταλύματα, παρατηρείται σταθερή προτίμηση σε μη ενοικιαζόμενα καταλύματα, όπως ιδιόκτητες εξοχικές κατοικίες ή φιλοξενία από συγγενείς και φίλους. Συνολικά, το 52,4% των ταξιδιών αφορούσε διαμονή σε τέτοιου είδους καταλύματα, τα οποία αντιστοιχούν στο 73,7% των συνολικών διανυκτερεύσεων. Ωστόσο, τα ταξίδια με διαμονή σε ξενοδοχεία αυξήθηκαν κατά 8,5% και οι αντίστοιχες διανυκτερεύσεις κατά 4,6%, ενώ καταγράφηκε σημαντική άνοδος και στα ταξίδια σε ενοικιαζόμενα δωμάτια και κατοικίες (+16,9%).
Το μεγαλύτερο ποσοστό ταξιδιών πραγματοποιήθηκε παραδοσιακά τον Αύγουστο (33,3%), ακολουθούμενο από τον Ιούλιο (17,7%) και τον Ιούνιο (7,5%). Οι χειμερινοί μήνες παραμένουν υποτονικοί, αν και ο Δεκέμβριος κατέγραψε σχετικά καλή επίδοση με 6,1% επί του συνόλου.
Τέλος, οι δαπάνες για προσωπικά ταξίδια παρουσίασαν αύξηση σε όλα σχεδόν τα επιμέρους μεγέθη. Οι δαπάνες για διαμονή αυξήθηκαν κατά 14%, για εστίαση κατά 11,3% και για μεταφορικά κατά 7,2%. Η μόνη κατηγορία με μείωση ήταν οι λοιπές δαπάνες, οι οποίες υποχώρησαν κατά 2%. Η μέση δαπάνη ανά διανυκτέρευση κυμαίνεται σημαντικά ανάλογα με τη διάρκεια του ταξιδιού και τον προορισμό, με τα ταξίδια εξωτερικού να εμφανίζουν σαφώς υψηλότερα κόστη.
Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι ο εσωτερικός τουρισμός διατηρεί ισχυρή δυναμική, με αύξηση της ταξιδιωτικής δραστηριότητας σε όλη τη διάρκεια του έτους. Παρά τις οικονομικές πιέσεις και τις μεταβλητές συνθήκες, οι Έλληνες συνεχίζουν να ταξιδεύουν, στηρίζοντας ενεργά τον τουριστικό κλάδο, τις περιφερειακές οικονομίες και την εγχώρια φιλοξενία.