
της Εύας Οικονομάκη
Στη μεταφορά των επιχειρήσεών τους σε δρόμους χαμηλότερης προβολής προχωρούν ολοένα και περισσότεροι ιδιοκτήτες καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος που βρίσκονται σε κεντρικές οδούς των μεγάλων αστικών κέντρων, στοχεύοντας στην μείωση του μηνιαίου μισθώματος και στην ανάπτυξη των e-shops τους, με την πανδημία του κορωνοϊού να αλλάζει το τοπίο του real estate.
Με δεδομένο ότι η υγειονομική κρίση έχει εκτοξεύσει το ηλεκτρονικό εμπόριο και τις παραγγελίες μέσω εφαρμογών, οι ιδιοκτήτες καταστημάτων εστίασης 20 τ.μ.-40τ.μ. που βρίσκονται σε πρωτοκλασάτους εμπορικούς δρόμους και φέρουν ένα αναγνωρίσιμο brand αναζητούν χώρους με χαμηλότερο ενοίκιο σε οδούς της ίδιας περιοχής ή κοντά σε αυτή προκειμένου να… μετακομίσουν.
Άλλωστε, η παράδοση κατ’ οίκον, είτε μέσω ηλεκτρονικών παραγγελιών, είτε μέσω τηλεφωνικών παραγγελιών, κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος έναντι του take away, με τους ίδιους τους επιχειρηματίες πλέον να στρέφονται στην ανάπτυξη των ηλεκτρονικών καταστημάτων τους προκειμένου να τονώσουν τον τζίρο τους, ιδιαίτερα σε περιόδους καραντίνας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ιδιοκτητών καταστήματος εστίασης, το οποίο λειτουργούσε επί της οδού Βαλαωρίτου, που αποφάσισαν να μεταφέρουν την επιχείρησή τους σε οδό με χαμηλότερο μηνιαίο μίσθωμα στο εμπορικό τρίγωνο της ελληνικής πρωτεύουσας.
Επενδύουν στα e-shop
Δεν είναι τυχαίο, πάντως, ότι ακόμη και εστιατόρια υψηλής γαστρονομίας έχουν στραφεί στο delivery και στη δημιουργία e-shop προκειμένου να καλύψουν ένας μέρος των απωλειών που έχουν καταγράψει το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Όπως εξηγούν παράγοντες της κτηματαγοράς, αυτή η τάση, που τους τελευταίους μήνες εντείνεται σταδιακά, έχει καταγραφεί εδώ και δύο περίπου χρόνια στα βόρεια προάστια της Αθήνας, με τους επιχειρηματίες να στοχεύουν για την ανάπτυξη του πελατολογίου τους κυρίως μέσω παραγγελιών.
Στο ηλεκτρονικό εμπόριο ποντάρουν, την ίδια στιγμή, και οι ιδιοκτήτες των εμπορικών καταστημάτων τα οποία προσπαθούν να επιβιώσουν στο περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας που έχει προκαλέσει η παρατεταμένη υγειονομική κρίση. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι επιχειρηματίες που διαχειρίζονται μεγάλες αλυσίδες ένδυσης εξετάζουν το ενδεχόμενο να βάλουν λουκέτο στα καταστήματα που δεν παράγουν τον αναμενόμενο τζίρο και να δώσουν προτεραιότητα στην τόνωση του ηλεκτρονικού εμπορίου, με στόχο να περιορίσουν τις ζημιές.
Ήδη, από την περίοδο του πρώτου lockdown κάποιες εταιρείες με ισχυρό brand name, όπως τα Zara και τα H&M, είχαν αναφέρει ότι αν οι ιδιοκτήτες των ακινήτων δεν δέχονταν μείωση του ενοικίου, δεν θα δίσταζαν να περιορίσουν τον αριθμό των καταστημάτων τους έτσι ώστε να μπουν πιο δυναμικά στην αγορά μέσω e-shop, που έδειχνε από τότε τις τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης που έχει.
Βάζουν «λουκέτο»
Κι ενώ η αγορά των επαγγελματικών μισθώσεων -η οποία πριν από την έλευση της πανδημίας άρχισε σταδιακά να ανακάμπτει από τη δεκαετή οικονομική κρίση-, βρίσκεται στα πρόθυρα μιας νέας βαθιάς ύφεσης, οι επιχειρηματίες έρχονται πλέον αντιμέτωποι με πτώση του τζίρου που φτάνε το 90% συγκριτικά με πέρυσι, με αποτέλεσμα τα πρώτα «λουκέτα» σε καταστήματα να έχουν ήδη μπει σε αρκετές περιοχές.
Πολλά εστιατόρια, μπαρ, καφετέριες, φούρνοι και ζαχαροπλαστεία στην καρδιά της Αθήνας, σε μία από τις πιο δημοφιλείς περιοχές του κέντρου της πρωτεύουσας, στο Κολωνάκι, παραμένουν κλειστά από το πρώτο lockdown.
Ταυτόχρονα, δεν είναι λίγοι οι επιχειρηματίες οι οποίοι δεν έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα να καταβάλουν το 60% του μηνιαίου μισθώματος για τους μήνες του πρώτου lockdown και αναγκάστηκαν να κλείσουν το κατάστημά τους έτσι ώστε να μην διογκώνονται ακόμα περισσότερο τα χρέη τους.
Τα εμπορικά κέντρα
Σε δεινή κατάσταση βρίσκονται, την ίδια στιγμή, και οι ιδιοκτήτες καταστημάτων που λειτουργούν εντός των εμπορικών κέντρων, καθώς πολλοί καταναλωτές αποφεύγουν τον συνωστισμό και τους κλειστούς χώρους, λόγω της ανάγκης για προσωπική προστασία, με τους παράγοντες της κτηματαγοράς να εκτιμούν ότι «ότι οι πιέσεις στις τιμές μίσθωσης των εμπορικών καταστημάτων το επόμενο χρονικό διάστημα θα είναι μεγάλες και μάλιστα σε πολλές εμπορικές πιάτσες οι μειώσεις των μισθωμάτων, θα μας γυρίσουν αρκετά χρόνια πίσω».
Μέχρι σήμερα, αρκετοί είναι οι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται εντός των μεγάλων εμπορικών κέντρων και δεν έχουν καταφέρει να καταβάλουν τα μισθώματα στους ιδιοκτήτες, οι οποίοι από την πλευρά τους τηρούν στάση αναμονής μέχρις ότου αρχίσει να αναθερμαίνεται η αγορά, με δεδομένο ότι βασική παράμετρος που προσδιορίζει το ύψος του ενοικίου στα συγκεκριμένα καταστήματα αποτελεί ο όγκος των πωλήσεων που πραγματοποιείται.
Αλλαγή μισθώματος
Την ίδια στιγμή, ακολουθώντας τον τρόπο υπολογισμού των μισθωμάτων στα εμπορικά κέντρα της χώρας, εκπρόσωποι μεγάλων αλυσίδων ένδυσης που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό προτείνουν στους ιδιοκτήτες των ακινήτων όπου στεγάζονται οι επιχειρήσεις τους τη διαμόρφωση του μηνιαίου ενοικίου τους με την καταβολή ενός ελάχιστου ποσού σε συνδυασμό με ένα ποσοστό επί του τζίρου τους, έτσι ώστε να το μίσθωμα να υπολογίζεται συναρτήσει του όγκου των πωλήσεων.
Η πρόταση αυτή, βέβαια, φαίνεται ότι επί του παρόντος δεν γίνεται αποδεκτή από τους ιδιοκτήτες των ακινήτων, με αποτέλεσμα σε αρκετές περιπτώσεις το πρόβλημα με τη μη καταβολή των μισθωμάτων να διογκώνεται ακόμη περισσότερο.
Μεταφορά εταιρειών
Τα πάνω κάτω και στους χώρους εργασίας στην Ελλάδα φέρνει η πανδημία, με πολλές μικρομεσαίες αλλά και μεγαλύτερες εταιρείες να… μετακομίζουν όσο περισσότερο κερδίζει έδαφος η τηλεργασία.
Η ανάγκη για διατήρηση της κοινωνικής απόστασης μεταξύ των εργαζομένων, σε συνδυασμό με τις νέες μορφές εργασίας που υιοθετούνται σταδιακά οδηγούν τις εταιρείες σε αναζήτηση νέων λύσεων που θα ανταποκρίνονται στα νέα δεδομένα. Ως αποτέλεσμα, η πανδημία του κορωνοϊού αναδιαμορφώνει το περιβάλλον λειτουργίας των επιχειρήσεων, σηματοδοτώντας ουσιαστικά το τέλος των γραφειακών χώρων όπου φιλοξενείται μεγάλος αριθμός εργαζομένων (open γραφεία), με τους ιδιοκτήτες των εταιρειών να στρέφονται στη μετεγκατάστασή τους σε μικρά κλειστά γραφεία.
Μάλιστα, όπως εξηγούν παράγοντες της κτηματαγοράς, βραχυπρόθεσμα θα καταγραφούν μεγάλες αλλαγές αν καθιερωθεί η τηλεργασία, καθώς θα υπάρχει έντονη η ανάγκη για μικρότερους χώρους, που θα πληρούν τις βασικές προϋποθέσεις υποστήριξης της τηλεργασία.