Μετά από 65 χρόνια, το χάλκινο άγαλμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου, που είχε λεηλατηθεί από την αρχαία πόλη Βουβώνα στο Μπουρντούρ (Burdur), επιστράφηκε στην Τουρκία, σε συνεργασία με τις αρχές των ΗΠΑ, μετά την πολυετή έκθεσή του στο Μουσείο Τέχνης του Κλίβελαντ στο Οχάιο.

Αυτό κατέστη δυνατό χάρη στις κοινές προσπάθειες του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας, της Εισαγγελίας του Μανχάταν και της Υπηρεσίας Ερευνών του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών.

Το άγαλμα του Μάρκου Αυρήλιου, που χρονολογείται από τον 2ο και 3ο αιώνα μ.Χ., αποτελεί μοναδικό κομμάτι της αρχαίας ιστορίας της τέχνης λόγω της απεικόνισης του Ρωμαίου αυτοκράτορα ως φιλόσοφο και θωρείται ένα από τα πιο εξαίσια χάλκινα γλυπτά στην Ανατολία.

Αποκαλύφθηκε παράνομα και μεταφέρθηκε λαθραία από τη Βουβώνα, που βρίσκεται στην περιοχή Γκιολχισάρ (Gölhisar) της νοτιοδυτικής επαρχίας Μπουρντούρ, τη δεκαετία του 1960. Το άγαλμα άλλαξε χέρια στο πέρασμα των χρόνων προτού το αποκτήσει το Μουσείο Τέχνης του Κλίβελαντ, και επαναπατρίστηκε από τις ΗΠΑ μετά από μια μακρά και αποφασιστική προσπάθεια σε νομικό και διπλωματικό επίπεδο. Σύντομα θα παρουσιαστεί στο κοινό σε έκθεση στην τουρκική πρωτεύουσα, την Άγκυρα.

Πρωτοποριακή έρευνα και ιστορική επιστροφή

Ο πραγματικός τόπος προέλευσης του αγάλματος του Μάρκου Αυρήλιου αποκαλύφθηκε από την καθηγήτρια Jale İnan, την πρώτη γυναίκα αρχαιολόγο της Τουρκίας. Η έρευνά της προετοίμασε το έδαφος δίνοντας τη δυνατότητα στο Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας να ξεκινήσει μια κοινή έρευνα με την Εισαγγελία του Μανχάταν και την Υπηρεσία Ερευνών του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ (HSI) το 2021.

Η κοινή προσπάθεια οδήγησε στην επιστροφή πολλών τεχνουργημάτων από τη Βουβώνα, συμπεριλαμβανομένων αγαλμάτων και προτομών των Ρωμαίων αυτοκρατόρων Λούκιου Βέρου, Σεπτιμίου Σεβήρου και Καρακάλλα. Η πολυετής επιστημονική ανάλυση, τα αρχειακά έγγραφα και οι μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων αποκάλυψαν επίσης ότι το άγαλμα του Μάρκου Αυρήλιου ανήκε αρχικά στο κτίριο του Σεβαστείου στη Βουβώνα.

Με βάση αυτές τις επιστημονικές αποδείξεις, η Εισαγγελία του Μανχάταν και η Υπηρεσία Ερευνών του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας έκριναν δικαιολογημένο τον ισχυρισμό της Τουρκίας και διέταξαν την κατάσχεση του αγάλματος από το Μουσείο Τέχνης του Κλίβελαντ.

Μολονότι το Μουσείο Τέχνης του Κλίβελαντ άσκησε έφεση κατά της απόφασης κατάσχεσης και κατέθεσε αγωγή αμφισβητώντας τη σύνδεση του αγάλματος με τη Βουβώνα, η Τουρκία συμφώνησε να διεξαχθούν επιστημονικές αναλύσεις για να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό της.

Για τις αναλύσεις, τον Μάιο του 2024 λήφθηκε, υπό την επίβλεψη εμπειρογνωμόνων του τουρκικού υπουργείου, ένα εκμαγείο σιλικόνης από το πόδι του αγάλματος και τεκμηριώθηκε ότι ταιριάζει ακριβώς με τις βάσεις που βρέθηκαν στην αρχαία πόλη Βουβώνα. Δείγματα εδάφους και μολύβδου-άνθρακα συλλέχθηκαν επίσης με εξαιρετική προσοχή.

Οι αναλύσεις που διεξήγαγε ο καθηγητής Ernst Pernicka στα εργαστήρια του Κέντρου Αρχαιομετρίας Curt Engelhorn στη Γερμανία επιβεβαίωσαν οριστικά ότι το άγαλμα βρισκόταν πράγματι κάποτε στο Σεβαστείον.

Επιπλέον, δείγμα χώματος από το εσωτερικό του αγάλματος παρουσιάζει πολύ παρόμοια χημική σύσταση και αναλογία ισοτόπων στροντίου με τρία δείγματα χώματος από τη Βουβώνα και ένα ακόμη δείγμα χώματος από το εσωτερικό του αγάλματος του «Βαλεριανού» στο Μουσείο του Μπουρντούρ, το οποίο φημολογείται ότι βρέθηκε στη Βουβώνα. Βάσει των ευρημάτων της πρόσφατης έρευνας, το Μουσείο Τέχνης του Κλίβελαντ αποσύρθηκε από τις νομικές διαδικασίες σχετικά με το άγαλμα και συμφώνησε να επιστραφεί το έργο στην Τουρκία.

Στην επίσημη ανακοίνωσή του, το μουσείο ανέφερε: «Το μουσείο εκτιμά τη συνεργασία με τους αξιωματούχους στην Τουρκία και το γραφείο του Εισαγγελέα για την επιστημονική επίλυση των ζητημάτων γύρω από το άγαλμα. Χωρίς αυτή τη νέα έρευνα, το μουσείο δεν θα ήταν σε θέση να προσδιορίσει με βεβαιότητα ότι το άγαλμα υπήρχε κάποτε στην περιοχή».

Ο εισαγγελέας του Μανχάταν Alvin Bragg τόνισε την αξία αυτής της διεθνούς συνεργασίας, υπογραμμίζοντας ότι η έρευνα –η οποία συμπεριέλαβε εκτεταμένες συνεντεύξεις μαρτύρων και λεπτομερή εγκληματολογική ανάλυση– παρείχε πειστικές αποδείξεις που επιβεβαίωναν ότι το άγαλμα είχε λεηλατηθεί από την αρχαία πόλη Βουβώνα.

Χαιρέτισε την απόφαση του Μουσείου και επιβεβαίωσε εκ νέου τη σημασία της επιστροφής μνημείων της πολιτιστικής κληρονομιάς στο σωστό τους πλαίσιο.

Ο υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας, Mehmet Nuri Ersoy, χαρακτήρισε αυτή τη σημαντική αποκατάσταση «ιστορικό επίτευγμα» σε δήλωσή του στον λογαριασμό του στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Στο μήνυμά του ο υπουργός Ersoy δήλωσε ότι η διαδικασία, η οποία πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την Εισαγγελία του Μανχάταν και την Υπηρεσία Ερευνών του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, αντιπροσωπεύει κάτι περισσότερο από την επιστροφή ενός πολιτισμικού τεχνουργήματος – πρόκειται για μια ιστορική επιτυχία που κατέστη δυνατή χάρη στη συνδυασμένη δύναμη της διπλωματίας, του δικαίου και της επιστήμης.

Η υπόθεση αυτή δημιουργεί επίσης ένα πολύτιμο προηγούμενο για τη μελλοντική συνεργασία μεταξύ χωρών προέλευσης, οργανισμών ερευνών και μουσείων, προσφέροντας ένα μοντέλο για την επίλυση σύνθετων ζητημάτων προέλευσης μέσω διαφανούς και τεκμηριωμένου διαλόγου.