Του Κων/νου Μαρινάκου*

Πρόσφατα στοιχεία για την Ελληνική οικονομία αναφέρουν με έμφαση ότι η άμεση συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ της Χώρας κινείται μεταξύ 10% και 13%. Αυτά είναι αναμφίβολα κάποια δείκτες μακροοικονομικοί σημαντικοί, που χρήζουν όμως βαθύτερης σκέψης.

Ωστόσο, αν θέλουμε να εξετάσουμε την οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας στο σύνολό της, είναι απαραίτητο να αποφύγουμε τον εύκολο ενθουσιασμό και να αναλύσουμε την πραγματικότητα με σαφήνεια.

Ο τουρισμός είναι ένας στρατηγικός τομέας για την Ελλάδα, αλλά πάσχει από προφανή διαρθρωτικά προβλήματα: μη ισόρροπη τουριστική ανάπτυξη, έντονη εποχικότητα, περιορισμένες υποδομές, έλλειμα εργαζομένων και χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας.

Αυτό τον καθιστά έναν τομέα που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από διάφορες μορφές δημόσιας στήριξης, από τα δίκτυα κοινωνικής ασφάλισης έως τις φορολογικές ελαφρύνσεις για επιχειρήσεις και εργαζόμενους.

Ενώ ο τουρισμός παρέχει μεγάλο αριθμό θέσεων εργασίας, η ποιότητα αυτών είναι συχνά επισφαλής και χαμηλής ειδίκευσης.

Η υπερβολική εξάρτηση της χώρας από τον τουρισμό -ως οικονομική κινητήρια δύναμη- είναι ένα τυπικό χαρακτηριστικό των υπανάπτυκτων οικονομιών, οι οποίες εκμεταλλεύονται τους φυσικούς τους πόρους χωρίς να αναπτύσσουν τομείς υψηλότερης προστιθέμενης αξίας.

Ένα οικονομικά ισχυρό έθνος επενδύει κυρίαρχα στη βιομηχανία, τη μεταποίηση, την ψηφιακή οικονομία, την τεχνολογική και στρατιωτική καινοτομία, την παιδεία και την επιστημονική έρευνα, τις χρηματοοικονομικές και τεχνολογικές υπηρεσίες. Τομείς που δημιουργούν βιώσιμη ανάπτυξη, ευρεία ευημερία και εξειδικευμένη απασχόληση.

Παράλληλα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η βιομηχανική και τεχνολογική ανάπτυξη είναι κινητήρια δύναμη και για τον τουρισμό. Ένα πλούσιο και καινοτόμο έθνος είναι σε θέση να προσελκύσει επισκέπτες με μια ποιοτική προσφορά, σύγχρονες υποδομές και υπηρεσίες υψηλών προδιαγραφών.

Θα πρέπει να αναλογιστεί κανείς ότι πόλεις όπως το Λονδίνο, η Νέα Υόρκη ή το Τόκιο την τουριστική τους επιτυχία την οφείλουν όχι μόνο στην ιστορία ή τον πολιτισμό τους, αλλά κυρίως στην οικονομική και καινοτόμο δύναμή τους.

Η Ελλάδα ως οικονομία δεν μπορεί να θεωρείται επαρκής με την υπέρβαση του 13% της συμβολής του τουρισμού στο ΑΕΠ. Κάτι τέτοιο δεν αποτελεί απαραίτητα ένα σημάδι προόδου, αλλά ένα προειδοποιητικό καμπανάκι για την ευθραυστότητα του οικονομικού μας μοντέλου.

Αν θέλουμε ένα μέλλον βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης, πρέπει να κοιτάξουμε πέρα από τα έσοδα από τον τουρισμό, να επενδύσουμε σοβαρά και σε τομείς που χτίζουν πραγματική οικονομική δύναμη.

*Ο Κων/νος Μαρινάκος είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Παν/μίου Δυτικής Αττικής , Πρόεδρος του Τουριστικού Οργανισμού Πελοποννήσου και Αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων