
Σε κρίσιμο σταυροδρόμι βρίσκεται ο ελληνικός νησιωτικός τουρισμός, καθώς η επιτυχία των τελευταίων ετών συνοδεύεται από αυξανόμενες πιέσεις στις υποδομές και την ανάγκη μετάβασης σε ένα πιο βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης.
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, οι επενδυτικές ανάγκες των ελληνικών νησιών εκτιμώνται σε 35 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη δεκαετία, με στόχο την ενίσχυση κρίσιμων τομέων όπως οι μεταφορές, η ενέργεια, το νερό και η διαχείριση αποβλήτων.
Η μελέτη υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα, αν και βρίσκεται σταθερά στην κορυφή του παγκόσμιου τουριστικού χάρτη, οφείλει να αντιμετωπίσει άμεσα τα ζητήματα ανθεκτικότητας των υποδομών της, καθώς τα νησιά της υποδέχονται σχεδόν το ήμισυ των ξένων επισκεπτών της χώρας.
Οι επενδύσεις αυτές δεν αφορούν μόνο τη χρηματοδότηση έργων, αλλά και τη δημιουργία ενός σύγχρονου πλαισίου διακυβέρνησης, ικανού να συντονίζει τις τοπικές και εθνικές προτεραιότητες.
Νησιά υπό πίεση
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι αφίξεις στα ελληνικά νησιά διπλασιάστηκαν τα τελευταία 15 χρόνια, φτάνοντας τα 16 εκατ. το 2024, με επτά απο αυτά να βρίσκονται ανάμεσα στους 30 πιο δημοφιλείς προορισμούς του κόσμου.
Ωστόσο, αυτή η δυναμική συνοδεύεται από έντονες πιέσεις: κατά την τουριστική αιχμή, η πυκνότητα επισκεπτών φθάνει τους 33 ταξιδιώτες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο ημερησίως, έναντι 2-3 στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Ταυτόχρονα, ο πληθυσμός στα νησιά αυξάνεται έως και 100% σε σχέση με τον μόνιμο, δημιουργώντας ανάγκες σε νερό, ενέργεια, μεταφορές και διαχείριση απορριμμάτων. Οι επενδύσεις υποδομών ανά κάτοικο παραμένουν, ωστόσο, ίδιες με αυτές της ενδοχώρας, γεγονός που, όπως τονίζει η ΕΤΕ, «περιορίζει την ικανότητα των νησιών να διαχειριστούν τη ζήτηση και να αξιοποιήσουν πλήρως το τουριστικό τους δυναμικό».
Το επενδυτικό κενό και οι προτεραιότητες
Για να καλυφθούν οι ανάγκες των νησιών, εκτιμάται ότι απαιτούνται πρόσθετες επενδύσεις ύψους 1,5 δισ. ευρώ ετησίως, πέραν των περίπου 2 δισ. ευρώ που ήδη δαπανώνται σήμερα.
Η χρηματοδότηση θα πρέπει να επικεντρωθεί στην ενίσχυση των δικτύων μεταφορών, της ενέργειας και των υδάτινων πόρων, καθώς και στην προσαρμογή στην κλιματική κρίση και στη διαχείριση αποβλήτων.
Η ΕΤΕ προτείνει ένα μικτό μοντέλο χρηματοδότησης, που θα περιλαμβάνει ίδιους πόρους (όπως τα τέλη διαμονής και κρουαζιέρας, ύψους 400 εκατ. ευρώ ετησίως), ιδιωτικές επενδύσεις μέσω ΣΔΙΤ και παραχωρήσεων, αλλά και ευρωπαϊκά κονδύλια από το RRF, το ΕΣΠΑ και την ΕΤΕπ.
Η ανάγκη θεσμικού συντονισμού
Πέρα από το χρηματοδοτικό σκέλος, η μελέτη επισημαίνει την ανάγκη για έναν ενιαίο φορέα στρατηγικού σχεδιασμού και παρακολούθησης έργων —μια «Εθνική Αρχή Υποδομών Νησιών»— που θα συντονίζει τα υπουργεία, τις περιφέρειες και τους δήμους, επιταχύνοντας την ωρίμανση και υλοποίηση έργων.
Η έλλειψη τεχνικών υπηρεσιών σε πολλούς νησιωτικούς δήμους έχει οδηγήσει σε καθυστερήσεις, με δεκάδες έργα να μένουν στα χαρτιά.
Η μελέτη προτείνει τη δημιουργία ενός «θεσμικού τριγώνου» που θα περιλαμβάνει:
● το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον τουρισμό,
● έναν μηχανισμό τεχνικής υποστήριξης και παρακολούθησης έργων,
● και την κεντρική Αρχή που θα συντονίζει τη χρηματοδότηση και την προτεραιοποίηση επενδύσεων.
Αναπτυξιακό αποτύπωμα δεκαετίας
Η Εθνική Τράπεζα εκτιμά ότι, εφόσον προχωρήσουν οι απαραίτητες επενδύσεις, οι τουριστικές εισπράξεις θα μπορούσαν να αυξηθούν κατά 45%, προσθέτοντας 5 δισ. ευρώ ετησίως στο ΑΕΠ, που θα μπορούσε να φτάσει τα 30 δισ. ευρώ έως το 2035.
Οι θετικές επιδράσεις σε απασχόληση και εξαγωγές θα είναι σημαντικές, ενώ η Ελλάδα θα μπορέσει να παγιώσει τη θέση της στην κορυφή του παγκόσμιου νησιωτικού τουρισμού.

























