Έχει αναδειχθεί στο σηματωρό της αναγέννησης της ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας της χώρας δίδοντας όραμα και προοπτική στον κλάδο. Οι συνεχείς εμπνοές του δίδουν ώθηση και σε έτερους κλάδους του δευτερογενούς τομέα.

Στην συνέντευξη του στον ΕΤ της Κυριακής ο κ. Πάνος Ξενοκώστας ανατέμνει τις ιδέες του για επι θύρες νέες ευκαιρίες για κοινά επενδυτικά σχέδια με τις Ηνωμένες Πολιτείες ιδίως στον τομέα της άμυνας και της ενέργειας, κάνοντας λόγο και για την ανάπτυξη ελληνικών πολεμικών πλοίων.

 

Κύριε Ξενοκώστα, η ναυπηγική βιομηχανία στην Ελλάδα έχει αναγεννηθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά ποιος είναι σήμερα ο πραγματικός της ρόλος; Μιλάμε για έναν ακόμη βιομηχανικό κλάδο ή για τον κινητήριο μοχλό της ενεργειακής και αμυντικής ανεξαρτησίας της χώρας;

Η ελληνική ναυπηγική αναγέννηση είναι πραγματική και αποδεδειγμένη. Σε μόλις επτά χρόνια, μετατρέψαμε ανενεργές εγκαταστάσεις σε ακμάζουσες μονάδες — η Σύρος πραγματοποιεί 80 δεξαμενισμούς ετησίως σε πλήρη δυναμικότητα, ενώ μαζί με την Ελευσίνα πλησιάζουμε το ορόσημο ολοκλήρωσης 800 επισκευών πλοίων, ξεπερνώντας τη συνολική δραστηριότητα των ελληνικών ναυπηγείων των προηγούμενων δεκαετιών.

Τα νούμερα αυτά αποτυπώνουν την πλήρη αξιοποίηση της δυναμικότητας και την εμπιστοσύνη της διεθνούς ναυτιλίας στις υπηρεσίες μας. Ο οικονομικός αντίκτυπος είναι σημαντικός καθώς για κάθε ευρώ που επενδύεται στη ναυπηγική δημιουργείται περίπου επταπλάσια επίδραση στο ΑΕΠ, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον πολλαπλασιαστή των τομέων υπηρεσιών.

Παράλληλα, δημιουργούνται χιλιάδες θέσεις εργασίας και ενισχύεται το εμπορικό ισοζύγιο. Επιλύσαμε ένα ιστορικό παράδοξο: για 30 χρόνια, η Ελλάδα διατηρούσε την πρώτη θέση παγκοσμίως στη ναυτιλία χωρίς λειτουργικό μεγάλο ναυπηγείο. Σήμερα, έχουμε αποκαταστήσει αυτή τη φυσική συνέργεια, κερδίζοντας διεθνείς πελάτες αμιγώς με ανταγωνιστικότητα, όχι με κρατικές επιδοτήσεις.

Το μέλλον μας επεκτείνεται πέρα από την παραδοσιακή ναυπηγική. Εξελισσόμαστε σε ολοκληρωμένους κόμβους που υποστηρίζουν αμυντική αυτονομία, ενεργειακή ασφάλεια και integrated logistics— κρίσιμες υποδοχές που η κυβέρνηση των ΗΠΑ αναγνωρίζει ως στρατηγικά ζωτικές, όπως αποδεικνύεται από τη δημιουργία ειδικού γραφείου ναυπηγικής στον Λευκό Οίκο. Η Ελλάδα όχι μόνο αποκατέστησε τη ναυπηγική της βιομηχανία σε επίπεδο λειτουργικής αριστείας, αλλά την τοποθετεί ως ακρογωνιαίο λίθο της εθνικής ενεργειακής ανεξαρτησίας, αμυντικής ικανότητας και οικονομικής κυριαρχίας — αποδεικνύοντας ότι η βαριά βιομηχανία παραμένει απαραίτητη για κάθε σοβαρή οικονομία.

Λίαν προσφάτως το 6ο Διατλαντικό Φόρουμ Ενέργειας (P-TEC) έφερε στην Αθήνα 24 Ευρωπαίους υπουργούς Ενέργειας και κορυφαίους Αμερικανούς αξιωματούχους. Ποιο ήταν το βασικό μήνυμα που θέλατε να στείλετε μέσα από τη συμμετοχή σας; Ότι η Ελλάδα δεν είναι απλώς ένας «καλός μαθητής» της ενεργειακής μετάβασης, αλλά μπορεί να γίνει ηγέτης σε αυτήν;

Η Ελλάδα μετατρέπεται από παρατηρητής σε κεντρικό κρίκο του ευρωπαϊκού ενεργειακού συστήματος. Στο 6ο P-TEC Forum της Αθήνας, αποδείξαμε ότι με τις νέες υποδομές — από διασυνδέσεις μέχρι θαλάσσιες ενεργειακές εγκαταστάσεις — η χώρα μπορεί να υποστηρίξει μεγάλης κλίμακας έργα, ενώ η ναυπηγικήβιομηχανία προσφέρει την απαραίτητη τεχνική βάση.

Στην ONEX προωθούμε δύο στρατηγικούς άξονες: 1. Την καθετοποιημένη υποστήριξη πλοίων νέας γενιάς, όπως LNG carriers και offshore πλατφορμών / ενεργειακών πάρκων — την υποδομή που θα επιτρέψει στην Ευρώπη να αυξήσει την παραγωγή ενέργειας μέσα από ένα βιώσιμο, αξιόπιστο και ανταγωνιστικό μοντέλο. 2. Την ανάπτυξη στρατηγικών συνεργασιών με Αμερικανούς και Ευρωπαίους για κοινά επενδυτικά σχέδια σε παραγωγή ενέργειας offshore και νέες τεχνολογίας που θα οδηγήσουν τη χώρα μας και τον πλανήτη στο μέλλον.

Η επιτυχία απαιτεί συλλογική προσπάθεια και η αναγέννηση των ναυπηγείων επιτεύχθηκε μόνο επειδή δύο κυβερνήσεις — Αμερικής και Ελλάδας — πέρασαν νομοθεσίες, μαζί με τις τράπεζες και τους πιστωτές αναδιαρθρώσαμε μισό δισεκατομμύριο χρέη, και εργαζόμενοι και κοινωνία συνεργαστήκαμε αρμονικά ως μια Ομάδα με ένα κοινό στόχο. Τα δεδομένα έχουν αλλάξει με την επανάσταση της τεχνητής νοημοσύνης. Η εξίσωση “η γνώση είναι δύναμη” αντιστράφηκε — τώρα η ενέργεια παράγει γνώση μέσω AI, κάνοντας την πρόσβαση σε φτηνή, ασφαλή και βιώσιμη ενέργεια προϋπόθεση επιβίωσης στον διεθνή ανταγωνισμό, χωρίς δεύτερες ευκαιρίες για όσους μείνουν εκτός αυτής της εξέλιξης.

Η συνεργασία με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη της ναυπηγικής. Πώς βλέπετε την εξέλιξη της τα επόμενα χρόνια; Υπάρχουν νέες ευκαιρίες για κοινά επενδυτικά σχέδια; ιδίως στον τομέα της άμυνας και της ενέργειας;

Οι διεθνείς συνεργασίες είναι πλέον θεσμικά κατοχυρωμένες και πλήρως λειτουργικές. Η εξυγίανση των ναυπηγείων προχωρά μέσω διακρατικών εργαλείων, με χρηματοδοτική στήριξη από ΗΠΑ και ΕΕ, ενώ η Ελλάδα έχει ενταχθεί σε αμυντικά προγράμματα που κατανέμουν εργασίες σε ευρωπαϊκές και διατλαντικές βιομηχανίες — όχι θεωρητικά, αλλά με ήδη εφαρμοζόμενα σχήματα. Το πενταετές πλάνο της ONEX μετασχηματίζει τον Όμιλο σε περιφερειακό κόμβο, με στόχευση σε: Καθετοποιημένες υπηρεσίες λιμενικών υποδομών, εναλλακτική πύλη για Αττική-Βαλκάνια-ΝΑ Ευρώπη, υποστήριξη LNG σε όλη την αλυσίδα, και λύσεις υπεράκτιας παραγωγής ενέργειας μέσω νέων τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένων SMRs και πλωτών μονάδων (FPP).

Η γεωπολιτική διάσταση είναι καθοριστική καθώς μετά την ενεργειακή κρίση από τον πόλεμο στην Ουκρανία, η συνεργασία με ΗΠΑ-ΕΕ δεν είναι απλώς οικονομική αλλά στρατηγική συμμαχία. Η επίσκεψη του κ. Burgum στην Ελευσίνα επιβεβαίωσε την εμπιστοσύνη για κοινές επενδύσεις σε LNG carriers, offshore αιολικά και αμυντικά προγράμματα. Η επέκταση υπερβαίνει τα ελληνικά σύνορα. Το όραμά μας περιλαμβάνει επιθετική ανάπτυξη σε γειτονικές χώρες μέσω win-win συνεργειών, στοχεύοντας σε διεθνείς αγορές όπου οι τεχνολογίες καθαρής ενέργειας θα ξεχωρίσουν τους πρωταγωνιστές από όσους θα μείνουν πίσω. Προχωράμε σε επενδύσεις που θα καθορίσουν όχι μόνο το μέλλον της ελληνικής ναυπηγικής αλλά και τον ρόλο της χώρας ως περιφερειακής δύναμης στην ενεργειακή μετάβαση.

Κύριε Ξενοκώστα, ο Υπουργός Άμυνας Νίκος Δένδιας δήλωσε πρόσφατα ότι «θέλουμε τα νέα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού να κατασκευάζονται στην Ελλάδα» και ότι «οτιδήποτε άλλο θα είναι λάθος». Πόσο ρεαλιστικό είναι αυτό το όραμα σήμερα; Είστε έτοιμοι — ως ONEX αλλά και συνολικά ως ελληνική ναυπηγικήβιομηχανία — να σηκώσετε αυτό το βάρος; Και τι χρειάζεται, τελικά, από την Πολιτεία για να γίνει πράξη;

Η εγχώρια ναυπήγηση για το Πολεμικό Ναυτικό είναι απόλυτα εφικτή και αποδεδειγμένα ανταγωνιστική: Τα ναυπηγεία της ΟΝΕΧ μπορούμε να σχεδιάσουμε, κατασκευάσουμε και υποστηρίξουμε οποιοδήποτε πλοίο μέχρι και φρεγάτα — έχουμε ήδη κατασκευάσει ΤΠΚ κλάσης “ΡΟΥΣΣΕΝ” και το ΠΓΥ “ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ”.

Είμαστε αποδεδειγμένα 10-15% φθηνότεροι και 20% ταχύτεροι από τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό. Η δήλωση του κ. Δένδια είναι ορθή, αλλά απαιτεί έμπρακτη υλοποίηση. Ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση θέλουν ολοκληρωμένη κατασκευή πλοίων στην Ελλάδα, αλλά χρειάζεται να εκδηλωθεί έμπρακτη εμπιστοσύνη από το Πολεμικό Ναυτικό στα ελληνικά ναυπηγεία με στενή, διαφανή, μακροχρόνια συνεργασία παρόμοια με αυτήν που έχει με τα ξένα ναυπηγεία. Ο στόχος υπερβαίνει την εγχώρια αγορά.

Το Πολεμικό Ναυτικό για εμάς, είναι ένας κλάδος αλλά όχι όρος βιωσιμότητας ούτε αυτοσκοπός. Θέλουμε εξαγωγές και να γίνουμε η πρώτη επιλογή στο αμυντικό, όπως έχουμε γίνει στον ναυπηγοεπισκευαστικό τομέα. Πέρα από την οικονομική διάσταση, η δυνατότητα κατασκευής και υποστήριξης πλοίων στη χώρα μας είναι ζωτικής σημασίας για την εθνική ασφάλεια και την αυτάρκεια εφοδιασμού σε κρίσιμες στιγμές. Η Ελλάδα έχει την τεχνική ικανότητα, το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και την πολιτική βούληση για εγχώρια ναυπήγηση αμυντικών πλοίων — αυτό που λείπει είναι η εμπιστοσύνη του Πολεμικού Ναυτικού να δώσει στα ελληνικά ναυπηγεία την ευκαιρία που έδωσε στα ξένα, όχι από πατριωτισμό αλλά από στρατηγική αναγκαιότητα.