Περιθώριο ανόδου άνω του 30% από τα τρέχοντα επίπεδα

Η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ παραμένει η καλύτερη επιλογή στον κλάδο των υποδομών στην Ελλάδα, σύμφωνα με νέα έκθεση της ResearchGreece, η οποία καταγράφει τη συνεχιζόμενη αναπτυξιακή δυναμική του Ομίλου και τη σημαντική ενίσχυση του χαρτοφυλακίου παραχωρήσεων.

Η ανεξάρτητη εταιρεία αναλύσεων ανεβάζει την τιμή-στόχο στα 30,6 ευρώ από 26,9 ευρώ, αναπροσαρμογή που αντιστοιχεί σε περιθώριο ανόδου άνω του 30% από τα τρέχοντα επίπεδα. Πρόκειται για την τέταρτη κατά σειρά χρηματιστηριακή (Πειραιώς Securities, Mediobanca, Euroxx) που επισημαίνει τη δυναμική πορεία της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, αναβαθμίζοντας την τιμή-στόχο από τα επίπεδα των 25–27 ευρώ σε άνω των 30 ευρώ.

Η νέα αποτίμηση, σύμφωνα με το report, ενσωματώνει την έναρξη λειτουργίας της Αττικής Οδού, τη σημαντική πρόοδο των εργασιών στον Νέο Διεθνή Αερολιμένα Ηρακλείου (Καστέλι), την παραχώρηση του Βόρειου Οδικού Άξονα Κρήτης (ΒΟΑΚ), τη στρατηγική συνεργασία με τη Motor Oil στον τομέα της ενέργειας, καθώς και τη συνεχή πρόοδο στο ολοκληρωμένο τουριστικό συγκρότημα (IRC) στο Ελληνικό.

Η μοναδική μεγάλη εξέλιξη που εκκρεμεί αφορά την έναρξη παραχώρησης της Εγνατίας Οδού, η οποία αναμένεται το επόμενο διάστημα.

Η ResearchGreece εκτιμά ότι η λειτουργική κερδοφορία (EBITDA) θα διπλασιαστεί έως το 2028, με κύριους μοχλούς τις παραχωρήσεις της Αττικής και της Εγνατίας Οδού. Σύμφωνα με τις αναθεωρημένες προβλέψεις, οι εν λειτουργία παραχωρήσεις, η Εγνατία και το αεροδρόμιο στο Καστέλι αποτιμώνται συνολικά σε 21 ευρώ ανά μετοχή, δηλαδή περίπου στο 90% της τρέχουσας κεφαλαιοποίησης του Ομίλου.

Οι αναλυτές προβλέπουν ότι η Αττική Οδός θα εμφανίσει αύξηση κυκλοφορίας 3,5% το 2026, με μέσο ετήσιο EBITDA πάνω από 300 εκατ. ευρώ, ενώ η Εγνατία Οδός αναμένεται να αποφέρει 190–475 εκατ. ευρώ EBITDA μετά την πενταετή περίοδο κατασκευής, με μέσο περιθώριο περίπου 75%. Το αεροδρόμιο Καστελίου εκτιμάται ότι θα εξυπηρετεί 15–18 εκατ. επιβάτες ετησίως, με EBITDA μεταξύ 100 και 160 εκατ. ευρώ.

Η συνολική αποτίμηση της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ τοποθετείται στα 3,17 δισ. ευρώ, χωρίς να περιλαμβάνει ακόμη τον ΒΟΑΚ, το IRC του Ελληνικού και τα έργα διαχείρισης απορριμμάτων και υδάτινων πόρων.