Τα 8 δισ. έφτασαν οι επιβάτες που χρησιμοποίησαν τον σιδηρόδρομο το 2023 στην Ε.Ε, με την Ελλάδα να καταγράφει την πιο μεγάλη μείωση, της τάξης του 17%, σύμφωνα με τη Eurostat.
Αντιθέτως, ο αριθμός των επιβατών που ταξιδεύουν με σιδηρόδρομο αυξήθηκε κατά 29% στην Κροατία, την Ιρλανδία (28,7%) και το Λουξεμβούργο (25,1%).
Παράλληλα, σχεδόν τον 50% των συνολικών επιβατών στην Ε.Ε, δηλαδή κοντά στα 4 δισ. ταξίδεψαν στη Γερμανία (33,9%) και τη Γαλλία (15%).
Όπως σημειώνει η Eurostat, το 2023, 429 δισ. επιβατοχιλιόμετρα (pkm) καταγράφηκαν μέσω σιδηροδρόμου, έναντι 386 δισ. το 2022 (+11,2%). Πρόκειται για τον υψηλότερο αριθμό που ανέφεραν οι κύριες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις από την έναρξη της συλλογής δεδομένων από την Eurostat το 2004.
Η ζήτηση για επιβατικές μεταφορές αυξήθηκε κατά 9,4% μεταξύ 2015 και 2019, όταν καταγράφηκε η μέγιστη τιμή των 411 δισεκατομμυρίων pkm. Σε σύγκριση με το 2020, το έτος που κατέγραψε τη χαμηλότερη επίδοση, με 221 δισεκατομμύρια pkm, ο αριθμός των επιβατικών χιλιομέτρων το 2023 σχεδόν διπλασιάστηκε.
Οι επιδόσεις για τους επιβάτες που ταξιδεύουν με σιδηρόδρομο αυξήθηκαν σε όλα τα τρίμηνα του 2023, σε σύγκριση με τα ίδια τρίμηνα του 2022. Το πρώτο τρίμηνο του 2023 κατέγραψε τη μεγαλύτερη μεταβολή, με 21 δισεκατομμύρια σιδηροδρομικά pkm περισσότερα από το ίδιο τρίμηνο του 2022, που αντιστοιχεί σε αύξηση 29,1%.
Ελαφρά πτώση στις εμπορευματικές μεταφορές
Όσον αφορά τις σιδηροδρομικές εμπορευματικές μεταφορές της Ε.Ε για τις κύριες επιχειρήσεις, έφθασαν τα 378 δισεκατομμύρια τονοχιλιόμετρα (tkm).Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί σε μείωση 4,9% σε σύγκριση με το 2022.
Όταν εξετάζονται τα δεδομένα της τελευταίας δεκαετίας, το επίπεδο του 2023 είναι το χαμηλότερο από το 2015, με εξαίρεση το 2020 που είναι το έτος της πανδημίας, όταν οι επιδόσεις των σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών μειώθηκαν κατά 8,4% σε 367 tkm.
Οι σιδηροδρομικές εμπορευματικές επιδόσεις μειώθηκαν σε όλα τα τρίμηνα του 2023 σε σύγκριση με τα ίδια τρίμηνα του 2022, με τη μεγαλύτερη μείωση να παρατηρείται στο δεύτερο (-9,2%) και στο τρίτο τρίμηνο (-7,5%).